
Ευλογία φίλοι μου για την Άγια Ημέρα των Θεοφανείων και για μεγαλύτερη πνευματική βοήθεια σας προτρέπω να δείτε την όμορφη παραβολική αυτή Ρωσική ταινιούλα … Τρεις εσείς, τρεις εμείς, Κύριε ελέησον ημάς!!!
Η Κίνηση Οργανικότητας ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΣ καλεί τα μέλη και φίλους μας, τους Ορθοδόξους και όσους αναζητούν την Αλήθεια, στην εορταστική μας σύναξη, στο πνευματικό μας κέντρο, στους Αγίους Ισιδώρους Λυκαβηττού, για μία ευχαριστηριακή σύναξη για το απελθόν και το καλωσόρισμα του νέου έτους, την Κυριακή το πρωί, 2/1/2022, συμμετέχοντας στη Θεία Λειτουργία.
Η προσπάθειά μας να αναγεννήσουμε τον έσω ΑΝΘΡΩΠΟ, ενοποιώντας τα πολυδιασπασμένα του κομμάτια σε μία κατεύθυνση ζωοποίησης εν ΑΛΗΘΕΙΑ και ΑΓΑΠΗ, δεν μπορεί παρά να ξεκινά ετησίως με τη συνάντηση αυτή των πιστών, στον ιδιαίτερο τόπο προσευχής και πνευματικής εργασίας, που εκπροσωπεί η Ορθόδοξη αυτή Κυψέλη του πατρός Δημητρίου και των αδελφών, που τον συνδράμουν, τόπο άσκησης και του Μ. Βασιλείου.
Αποτελεί τιμή και χαρά μας να αποτελούμε μέλη της ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ και σας καλούμε όλους να κάνετε το αναγκαίο βήμα, που απαιτεί η συμπερίληψή σας στην αγαπητική αυτή σύναξη!
Μετά τη Θεία Λειτουργία θα συζητήσουμε με τους ενεργούς αδελφούς/ές τις λεπτομέρειες της χειμερινής μας υπαίθριας απόσυρσης,. στην οποία θα συμμετάσχουν μόνον όσοι μετέχουν ενεργά των δράσεών μας, δεδομένου ότι σε αυτήν θα ανακοινωθεί και οργανωθεί η επόμενη φάση ολικού πνευματικού επαναπρογραμματισμού της ανθρωπότητας, που εκκινεί από τον Ελληνικό ομφαλό της!
Μπορείτε να φέρετε μαζί σας, καφέ, ζάχαρη, γλυκά και γενικά είδη για κέρασμα, για την κάλυψη των αναγκών του Ιερού Ναού, για κέρασμα των προσκυνητών του!
Έφθασαν και φέτος οι ευλογημένες ημέρες των Χριστουγέννων κι έχω και πάλι μέσα μου αναμιγμένα συναισθήματα από την εμπειρία μου μέσα στην κοινότητα, που έχουμε φτιάξει για να ζήσουμε, η οποία πολύ λίγο αγγίζει το αληθινό τους νόημα. Σε λίγες γραμμές, θα μεταφέρω λίγες σκέψεις από τη δική μου εμπειρία.
Η εορτή των Χριστουγέννων αποτελεί για όσους ενσκύπτουν, έστω λίγο, στο χαροποιό τους μήνυμα, πηγή των πλέον θερμών, αισιόδοξων και αγαπητικών συναισθημάτων, αναμνήσεων και σκέψεων! Όλα ξεπηδούν αυτόματα βαθιά μέσα μας, απλά και μόνον καθώς συλλογιζόμαστε το μέγα μυστήριο της Ενανθρώπισης! Με πόση Αγάπη ο Δημιουργός του Κόσμου εξέρχεται από την ανεπίδεκτη ανθρώπινης προσπέλασης και εμπειρίας υπέρτατη κατάστασή Του, για να εισέλθει εντός του κτιστού κόσμου, μεταβάλλοντάς τον με ένα μοναδικό τρόπο, ανοίγοντας, με απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ελευθερία, οδούς σωτηρίας, εκεί που υπήρχε μόνον απελπισία και ζόφος! Το Άκτιστο εξέρχεται του «Υπέρφωτου Γνόφου» της «Κρυφιόμυστης Σιγής» και «Θείας Αφθεγξίας», ως οι Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και Μάξιμος ο Ομολογητής περιγράφουν αποφατικά την εμπειρία της Φύσης Του κι εισέρχεται στο κτιστό, διαλεγόμενο έκτοτε με τα δημιουργήματά Του, για να τους παράσχει το βίωμα, την απτή εμπειρία κι απόδειξη των μεγάλων μυστηρίων της ζωής, του πώς αυτή κατακτάται, πώς γίνεται η υπέρβαση του θανάτου, ποια η φύση του, πώς η θυσιαστική αγάπη υπερβαίνει και διορθώνει κάθε πτώση και κάθε κακό μέσα σε συνθήκη σεβασμού και ελευθερίας!
Τα Χριστούγεννα αποτελούν με όρους ιατρικής, που τόσο έχει μπει στην καθημερινότητά μας, τον ετήσιο πνευματικό εμβολιασμό των ανθρώπων, που ανοίγουν την καρδιά και το νου τους, έστω με επιφύλαξη, έστω με ερωτηματικά, στην ακατάληπτη σύνδεσή μας με την υπέρτατη Θεία Φύση, εμπιστευόμενοι την προτροπή κι υπόσχεση του Χριστού μας: «Αγωνίζεσθε εισελθείν διά της στενής πύλης” [Λουκ. ιγ’24]; “Αιτείτε και δοθήσεται υμίν, ζητείτε, και ευρήσετε, κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν» (Να αγωνίζεστε να μπείτε μέσα από τη στενή πύλη. Αιτηθείτε και θα σας δοθεί, ζητείστε και θα βρείτε, χτυπήστε και θα σας ανοιχθεί).
Γενόμενοι δεκτικοί των άνωθεν δωρεών, με ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, μια δωρεά αγάπης, ένα καλό λόγο και μια χειρονομία συμπάθειας, υπερβαίνουμε και εμείς την εμπειρία της περιορισμένης μας φύσης και για λίγο χρόνο, όσο η εγκόσμια ζωή μας, ζούμε την υπέρλαμπρη χαρμολύπη, τη συνεχή σύζευξη με τις δωρεές του Πνεύματος, το φωτισμό του εγκόσμιου σκότους με τις ακτίνες του Ακτίστου Φωτός, που εισήλθε άπαξ κι έκτοτε δεν εξήλθε του κόσμου μας! Αρκεί να ανοίγουμε τους «οφθαλμούς» μας και να εκτείνουμε τα χέρια μας σε αναζήτησή Του.
Έτσι ενεργοποιείται το δικό μας πνευματικό ανοσοποιητικό σύστημα, που αντιστεκόμενο σε αυτό που η δυτική εμπειρία ονόμασε μέσω του Μαξ Βέμπερ «απομάγευση του κόσμου», αποκρούει κάθε επίθεση αρνητικότητας και διατηρεί την εμπειρία σταθερά προσανατολισμένη στην ελπίδα κι αγάπη του ενανθρωπισθέντος Χριστού!
Χριστός γεννάται δοξάσατε!
Κυριάκος Κόκκινος, Δικηγόρος, Διαπραγματευτής, CSAP Συστημικός Αναλυτής, Coach, Εκπαιδευτής Ενηλίκων, Πρόεδρος της Κίνησης Οργανικότητας ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΣ, OYK 102 σχολείο ΥΚΤ
Οι Ορθόδοξες έννοιες τών Αγιογραφικών αυτών φράσεων
1. Πνευματικός Θάνατος και Πνευματική Ανάσταση
2. Σωματικός Θάνατος, και Σωματική Ανάσταση
3. Πρώτη ανάσταση και δεύτερος θάνατος
Το θέμα τής ανάστασης μπερδεύει πολλούς ανθρώπους που αγνοούν τη διδασκαλία τής Εκκλησίας. Διαβάζουν στην Αγία Γραφή για πρώτο και δεύτερο θάνατο, ή για πρώτη και δεύτερη ανάσταση, και οι απόψεις που διατυπώνονται είναι πολλές. Εδώ θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε περιληπτικά αυτό το ζήτημα, σύμφωνα με τη διαχρονική εμπειρία των αγίων.
1. Πνευματικός Θάνατος και Πνευματική Ανάσταση
Όταν ο Θεός έκανε «καθ’ ομοίωσιν» τον άνθρωπο, τον προειδοποίησε ότι δεν έπρεπε να φάει από το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού είπε: «Τη μέρα που θα φας απ’ αυτό, θα πεθάνεις εξάπαντος». (Γένεση 2/β΄ 17).Κι όμως, ο Αδάμ έζησε πολλά χρόνια αφού έφαγε. (Γένεση 5/ε΄ 5). Τι έγινε λοιπόν; Ψέματα τού είπε ο Θεός; Ή μήπως μιλούσε για ένα άλλο είδος θανάτου, και όχι για το γνωστό μας βιολογικό θάνατο;Στη Γένεση 2/β΄ 7, λέει για τη δημιουργία τού ανθρώπου: «Και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν».Γιατί άραγε λέει: «ψυχήν ζώσαν»; Υπάρχει και νεκρή ψυχή; Κι αν ναι, πότε μία ψυχή είναι νεκρή;Οι άγιοι πατέρες, διδάσκουν ότι το παραπάνω εδάφιο δεν σημαίνει ότι ο Θεός έδωσε ζωή σε ένα νεκρό σώμα, αλλά ότι έδωσε στον Αδάμ το Άγιο Πνεύμα, που τον ζωοποίησε πνευματικά.Όταν λοιπόν ο Αδάμ έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό, έχασε το Άγιο Πνεύμα που τον ζωοποιούσε, και έγινε πλέον «Πνευματικά νεκρός», μια «νεκρή ψυχή»και νεκρή είναι κάθε ψυχή, που στερείται της Κοινωνίας με το Δημιουργό τηςΕκεί εντοπίζεται και το νόημα τού Χριστιανικού βαπτίσματος, που καθιστά τον άνθρωπο και πάλι ζωντανή ψυχή, όπως ήταν ο Αδάμ πριν από την πτώση του. Αυτό φαίνεται και στο χωρίο Εφεσίους 2/β΄ 5,6: «Και ενώ ήμασταν νεκροί για τα αμαρτήματα, μας ζωοποίησε με το Χριστό… και μας ανέστησε μαζί του…»Αυτά τα λόγια όμως, ο απόστολος Παύλος τα λέει χωρίς να έχει πεθάνει ακόμα σωματικά. Δε μιλάει λοιπόν για σωματική ανάσταση, αλλά για πνευματική.»΄Η αγνοείτε, ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν; συνετάφημεν ουν (λοιπόν) αυτώ δια τού βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα (έτσι ώστε) ώσπερ ηγέρθει Χριστός εκ νεκρών δια τής δόξης τού Πατρός ούτως και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν.Ει γαρ (επειδή εάν) σύμφυτοι γεγόναμεν τω ομοιώματι τού θανάτου αυτού, αλλά και της αναστάσεως εσόμεθα. Τούτο γινώσκοντες, ότι ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθει, ίνα καταργηθεί το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία… ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσωμεν αυτώ». (Ρωμαίους 6/ς΄ 3 – .Με το Άγιο Βάπτισμα λοιπόν, ο άνθρωπος ανασταίνεται Πνευματικά. Αυτό φαίνεται και στο εδάφιο: Πράξεις 2/β΄ 38: «Μετανοήσατε φησιν, και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί τω ονόματι Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών υμών, και λήμψεσθε την δωρεάν τού Αγίου Πνεύματος».Αυτό λοιπόν που έχασε ο Αδάμ όταν αμάρτησε, και τον κατέστησε Πνευματικά Νεκρό, μπορεί ο άνθρωπος να το λάβει με το Άγιο Βάπτισμα. Πρόκειται για «την δωρεάν τού Αγίου Πνεύματος», για «την αναγέννηση», για την οποία μίλησε ο Κύριος Ιησούς Χριστός στο Νικόδημο, στο Ιωάννης 3/γ΄ 3 – 8: «εάν μη τις γεννηθεί εξ ύδατος και Πνεύματος ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού».Πνευματικός Θάνατος λοιπόν είναι, όταν κάποιος χάνει το Άγιο Πνεύμα, και Πνευματική Ανάσταση όταν το ξαναπαίρνει.
2. Σωματικός Θάνατος, και Σωματική Ανάσταση
Για το σωματικό θάνατο δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, μια και τον γνωρίζουμε όλοι μας. Όπως λοιπόν ο Πνευματικός θάνατος είναι ο χωρισμός τής ψυχής από το Άγιο Πνεύμα, έτσι και «το σώμα χωρίς πνεύμα είναι νεκρόν». (Ιάκωβος 2/β΄ 26).Η λέξη «ανάσταση», σημαίνει: «ξαναστήσιμο». Για να ξαναστηθεί όμως κάτι, πρέπει πρώτα να έχει πέσει.Στην ανάσταση αυτή της ύλης, εκείνο που πέφτει, και «επιστρέφει στη γη», είναι το σώμα. (Εκκλησιαστής 12/ιβ΄ 7). Αυτό είναι λοιπόν που «ξαναστέκεται» στην «ανάσταση». Γι’ αυτό είναι λάθος το ότι κάποιες Προτεσταντικές (κυρίως) ομάδες περιμένουν κάτι που το λένε «ανάσταση», αλλά δεν πιστεύουν ότι θα λάβουν πάλι το σώμα τους. Μιλούν αόριστα για κάποιο «ουράνιο Παράδεισο», και για την άνοδό τους στον ουρανό, χωρίς ποτέ να εξηγούν τι είναι αυτό.Οι Χριστιανοί όμως, δεν αρκούνται στην Πνευματική ανάσταση του βαπτίσματος, αλλά περιμένουν «την απολύτρωση και της ύλης του σώματός τους».»και αυτοί οίτινες έχομεν την απαρχήν τού Πνεύματος, και ημείς αυτοί στενάζομεν εν εαυτοίς, περιμένοντες την υιοθεσίαν, την απολύτρωσιν τού σώματος ημών. (Ρωμαίους 8/η΄ 23).Οι Χριστιανοί δεν αρκούνται μόνο σε έναν παράδεισο ψυχών, αλλά όπως ο Θεός προέθετε από την αρχή της δημιουργίας του ανθρώπου, και τα σώματα των ανθρώπων θα έχουν μέρος σ’ αυτό τον παράδεισο. Δεν ταλαιπωρήθηκαν και δεν αγωνίστηκαν μόνο οι ψυχές, αλλά και τα σώματα τών Χριστιανών στον αγώνα τους. Ομοίως, δεν αμάρτησαν μόνο οι ψυχές, αλλά και τα σώματα τών ασεβών. Έτσι, ό,τι θα λάβει η ψυχή, θα πρέπει να λάβει και το σώμα, είτε αυτό είναι ευλογία, είτε κατάρα. Και όπως ο Θεός δημιούργησε τη γη για κατοικία τού ανθρώπου, σε αυτή την ίδια γη, αλλά ανακαινισμένη, θα κατοικήσει για πάντα ο άνθρωπος (Αποκάλυψη 21/κα΄ 1,2).»Και αυτή η κτίση, θα ελευθερωθεί από τη δουλεία της φθοράς, στην ελευθερία του φωτός των παιδιών του Θεού». (Ρωμαίους 8/η΄ 21). «Κατά την υπόσχεση του Θεού, καινούργιους ουρανούς και καινούργια γη περιμένουμε» (Β΄ Πέτρου 3/γ΄ 13).Ομοίως με την κτίση, και το σώμα της αναστάσεως θα είναι άφθαρτο: «οι νεκροί θα αναστηθούν άφθαρτοι, και εμείς (οι ζώντες) θα μεταμορφωθούμε. (Α΄ Κορινθίους 15/ιε΄ 52).Τότε, όπως ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, αλλά ταυτόχρονα και στον ουρανό, (Ιωάννης 3/γ΄ 13), έτσι και οι αναστημένοι Άγιοι, ενώ θα βρίσκονται στη γη, θα ζούν ως πολίτες του ουρανού, πράγμα που άλλωστε συμβαίνει από τώρα. (Εφεσίους 2/β΄ 6. Εβραίους 11/ια΄ 16. 12/ιβ΄ 22,23. Αποκάλυψις 20/κ΄ 4 – 6).
3. Πρώτη ανάσταση και δεύτερος θάνατος
Στην Αποκάλυψη 20/κ΄ 4 – 6, περιγράφονται τρεις ομάδες ανθρώπων, να κάθονται σε θρόνους, και να βασιλεύουν με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Πρόκειται για εκείνους τους Χριστιανούς που πέθαναν σε διαφόρους διωγμούς, για όσους Χριστιανούς θα πεθάνουν από το θηρίο, και για μια ομάδα που αναφέρεται πρώτη, και που δεν περιγράφεται. Και οι τρεις αυτές ομάδες, αποτελούν το σύνολο τής Εκκλησίας, το οποίο λαβαίνει βασιλεία με τον Κύριο Ιησού Χριστό.Στα εδάφια αυτά γράφει:»4. Και είδα θρόνους. Και κάθησαν πάνω τους, και κρίση δόθηκε σ’ αυτούς , και τις ψυχές των σφαγμένων για τη μαρτυρία του Ιησού και για το λόγο του Θεού, και εκείνους που δεν προσκύνησαν το θηρίο, ούτε την εικόνα του, και δεν έλαβαν το χάραγμα στο μέτωπο και στο χέρι τους, και έζησαν και βασίλεψαν μαζί με το Χριστό χίλια έτη.5. Οι υπόλοιποι των νεκρών δεν έζησαν μέχρι να τελειώσουν τα χίλια έτη.Αυτή (είναι) η ανάσταση η πρώτη.6. Ευτυχισμένος και άγιος όποιος έχει μέρος στην ανάσταση την πρώτη, πάνω σ’ αυτούς, ο θάνατος ο δεύτερος δεν έχει εξουσία, αλλά θα είναι ιερείς του Θεού και του Χριστού και θα βασιλεύσουν μαζί του τα 1000 έτη».Τα εδάφια αυτά δεν μιλούν φυσικά, για μία μελλοντική κατάσταση σε μία κατά γράμμα χιλιετή μεσοβασιλεία, όπως κακώς διδάσκουν κάποιες Χιλιαστικές θρησκείες. Το εδάφιο μιλάει για παρούσες καταστάσεις, ακόμα και στην εποχή που γραφόταν η Αποκάλυψη. Γι’ αυτό λέει στο εδάφιο 6: «όποιος ΕΧΕΙ (Ενεστώτας) μέρος στην ανάσταση την πρώτη».Πράγματι, γι’ αυτή την Ανάσταση μιλούσε ο απόστολος Παύλος όπως είδαμε, όταν έγραφε στην επιστολή του προς Εφεσίους 2/β΄ 5,6: «Και εμάς που ήμασταν νεκροί για τα παραπτώματα, μας ζωοποίησε μαζί με το Χριστό… και μας σήκωσε μαζί του και μας συνεκάθισε στα επουράνια εν Χριστώ Ιησού.»Ήδη ο απόστολος Παύλος και οι υπόλοιποι σαν κι αυτόν, είχαν μέρος στην πρώτη ανάσταση. Στην ίδια ανάσταση έχει μέρος, όποιος λαβαίνει το βάπτισμα τού Αγίου Πνεύματος, και ως νέος άνθρωπος περπατά σε νέα ζωή.Η πρώτη ανάσταση λοιπόν, είναι η Πνευματική Ανάσταση, και είναι πρώτη, επειδή προηγείται τής σωματικής:»και αυτοί οίτινες έχομεν την απαρχήν τού Πνεύματος, και ημείς αυτοί στενάζομεν εν εαυτοίς, περιμένοντες την υιοθεσίαν, την απολύτρωσιν τού σώματος ημών. (Ρωμαίους 8/η΄ 23).Συνεπώς, η δεύτερη ανάσταση είναι η σωματική.Το εδάφιο Αποκάλυψις 20/κ΄ 6 όμως, λέει γι’ αυτούς που μετέχουν στην 1η ανάσταση: «πάνω σ’ αυτούς, ο θάνατος ο δεύτερος δεν έχει εξουσία».Εδώ δε μπορεί να μιλάει για το σωματικό θάνατο, επειδή και ο απόστολος Παύλος, και πλήθος άλλοι που μετέχουν στην 1η ανάσταση έχουν πεθάνει σωματικά. Πρόκειται λοιπόν για τον Πνευματικό Θάνατο, για το θάνατο εκείνο που είδαμε ότι είναι ο χωρισμός από το Άγιο Πνεύμα, όπως συνέβει στον Αδάμ.Όταν λοιπόν μιλάμε για την Πρώτη ανάσταση, εννοούμε την Πνευματική ανάσταση, που γίνεται όταν οι Χριστιανοί λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα.Δεύτερη ανάσταση είναι η Σωματική ανάσταση, που θα γίνει στην Παρουσία τού Κυρίου για όλους τους νεκρούς. (Α΄ Κορινθίους 15/ιε΄ 23).Τέλος, Πρώτος θάνατος είναι ο Σωματικός, και Δεύτερος ο Πνευματικός, ο χωρισμός από το Άγιο Πνεύμα.
Η Πρώτη Ανάσταση του Μεγάλου Σαββάτου
Η Ανάσταση του Χριστού εορτάζεται από την Εκκλησία από την στιγμή της καταβάσεώς Του στον Άδη, όπου ελευθέρωσε τις ψυχές των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης από το κράτος του θανάτου και του διαβόλου. Η ημέρα του Μ. Σαββάτου, όταν η ψυχή του Χριστού με την θεότητα βρισκόταν στον Άδη και το σώμα μαζί με την θεότητα βρισκόταν στον τάφο, οπότε νικήθηκε το κράτος του διαβόλου και του θανάτου, θεωρείται μεγάλη ημέρα από την Ορθόδοξη Εκκλησία, αφού συνδέεται με την ημέρα της Κυριακής. Ο Χριστός αναστήθηκε τις πρωϊνές ώρες της Κυριακής.Δεν γνωρίζουμε τον πραγματικό χρόνο της Αναστάσεώς Του, αφού κανείς δεν τον είδε την ώρα εκείνη, αλλά πιστοποιήθηκε όταν βαθειά χαράματα οι Μυροφόρες γυναίκες πήγαν στο μνημείο για να αλείψουν το σώμα του Χριστού με αρώματα. Έτσι, η Κυριακή, η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, είναι η ημέρα της Αναστάσεως του Χριστού. Ο Χριστός το Σάββατο νίκησε το κράτος του θανάτου και την Κυριακή πιστοποιήθηκε σε όλους η Ανάστασή Του, ότι Αυτός είναι ο νικητής του θανάτου και του διαβόλου.
Η Πρώτη Ανάσταση γιορτάζεται από την Εκκλησία , στις 9 το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου ενώ το Μέγα Θαύμα της Ανάστασης σηματοδοτείται την ίδια μέρα με την αφή του Αγίου Φωτός στον Πανάγιο Τάφο των Ιεροσολύμων. Τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής αναγγέλλεται το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως με λαμπρές εκδηλώσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα και τον Ορθόδοξο Κόσμο.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ : ΝΙΚΟΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗ: ΛΟΥΚΑΣ ΘΑΝΟΣ
Κώστας Βάρναλης
Οι πόνοι της Παναγιάς
Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποια κορφήν ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις
Ξέρω πως θάχεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που με τα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.
Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή και από κακό καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.
Δεν είσαι συ για μάχητες, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος, όχι σκλάβος ή προδότης
Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι,
κ’ υστέρα απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι να κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολιό με πλάκα και κοντύλι…
Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σου χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μη την πεις.
Θεριά οι ανθρώποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.
Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά
στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!
– Ω! πώς βελαζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσιο…
– Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά την άβυσσο,
μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!
ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ανήκει στο πρώτο μέρος της ποιητικής σύνθεσης Σκλάβοι Πολιορκημένοι, η οποία εκδόθηκε το 1927. Ο ποιητής, ακολουθώντας τη δημοτική μας παράδοση, χρησιμοποιεί τη μορφή της Παναγιάς, για να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο της μάνας·η Παναγιά κατέχεται από τα τρυφερότερα συναισθήματα για το παιδί που πρόκειται να γεννήσει, αλλά και από κακά προαισθήματα για την τύχη που το περιμένει.
Από Unics -25 Ιανουαρίου, 2017
Ο άγιος Δημήτριος μαζί με τον άγιο Γεώργιο, τα δύο παλληκάρια της χριστιανοσύνης, στη μοναδική εικόνα (19ου αιώνος), του Φώτη Κόντογλου, που φυλάσσεται στο μουσείο της Ιεράς Μονής Λειμώνος – Λέσβου.Δημήτριον νύττουσι λόγχαι Χριστέ μου,Ζηλοῦντα πλευρᾶς λογχονύκτου σῆς πάθος.Εἰκοστῇ μελίαι Δημήτριον ἕκτῃ ἀνεῖλον.
Βιογραφία
Ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε περί το 280 – 284 μ.Χ. και μαρτύρησε επί των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού το 303 μ.Χ. ή το 305 μ.Χ. ή (το πιο πιθανό) το 306 μ.Χ.Ο Δημήτριος ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας στη Θεσσαλονίκη. Σύντομα ανελίχθηκε στις βαθμίδες του Ρωμαϊκού στρατού με αποτέλεσμα σε ηλικία 22 ετών να φέρει το βαθμό του χιλιάρχου. Ως αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού κάτω από τη διοίκηση του Τετράρχη (και έπειτα αυτοκράτορα) Γαλερίου Μαξιμιανού, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Διοκλητιανός, έγινε χριστιανός και φυλακίστηκε στην Θεσσαλονίκη το 303 μ.Χ., διότι αγνόησε το διάταγμα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού «περί αρνήσεως του χριστιανισμού». Μάλιστα λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει κύκλο νέων προς μελέτη της Αγίας Γραφής.Στη φυλακή ήταν και ένας νεαρός χριστιανός ο Νέστορας (βλέπε 27 Οκτωβρίου), ο οποίος θα αντιμετώπιζε σε μονομαχία τον φοβερό μονομάχο της εποχής Λυαίο. Ο νεαρός χριστιανός πριν τη μονομαχία επισκέφθηκε τον Δημήτριο και ζήτησε τη βοήθειά του. Ο Άγιος Δημήτριος του έδωσε την ευχή του και το αποτέλεσμα ήταν ο Νέστορας να νικήσει το Λυαίο και να προκαλέσει την οργή του αυτοκράτορα. Διατάχθηκε τότε να θανατωθούν και οι δύο, Νέστορας και Δημήτριος.Η αγιολογική παράδοση η σχετική με τον Άγιο Δημήτριο αποτελείται από τα Θαύματα (Miracula), που εκτείνονται σε τρία βιβλία, τα Μαρτυρολόγια (Passiones) και πολλά Εγκώμια (Laudationes). Η παλαιότερη από αυτές τις πηγές είναι το πρώτο βιβλίο των Θαυμάτων, που γράφηκε από τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Ιωάννη τη δεκαετία 610-20. Τα Μαρτυρολόγια είναι άγνωστου συγγραφέα και χωρίζονται σε τρία «στάδια», τα οποία περιέχουν ανώνυμα κείμενα του 9ου και του 10ου αιώνα, ενώ τα Εγκώμια αναπαράγουν την ύλη των δύο προηγουμένων.Μαρτύριο Σύμφωνα με την αγιολογική παράδοση, ο Άγιος Δημήτριος μαρτύρησε επί Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) όταν με την παρακίνηση του Γαλέριου, μέλους της Τετραρχίας, έλαβε χώρα ο πιο σκληρός διωγμός των Χριστιανών στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Στρατιώτες του Γαλέριου συνέλαβαν τον «μακαριότατο Δημήτριο εκ γένους των περιδόξων» με την κατηγορία ότι συμμετείχε ενεργά στις χριστιανικές συγκεντρώσεις. Ανώνυμος Συναξαριστής πληροφορεί για τη δράση του Αγίου Δημητρίου, αποδίδοντάς του τον τίτλο του «υπάτου» μεταξύ των χριστιανών της Θεσσαλονίκης. Ο Δημήτριος προσευχόταν στις συγκεντρώσεις στη Χαλκευτική στοά (cryptoporticus) της Ρωμαϊκής Αγοράς της Θεσσαλονίκης και ενίσχυε τους οικονομικά ανήμπορους συμπολίτες του. Δημώδες μεταβυζαντινό κείμενο για το «Μαρτύριον του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλήτου» περιγράφει τη βαθιά θρησκευτική κατάνυξη που επικρατούσε στο ακροατήριο του Δημητρίου. Οι «Δημεγέρτες» πρόδωσαν τον Δημήτριο στο Γαλέριο («ότι ο Δημήτριος κρατεί εις την πίστη των χριστιανών») ο οποίος διέταξε να συλληφθεί και να κλειστεί στις υπόγειες «καμάρες» παρά του σταδίου που γειτόνευε με το δημόσιο λουτρό. Σύμφωνα με τα αγιολογικά κείμενα ο Δημήτριος κρατήθηκε έγκλειστος «περὶ τῶν καμίνων καμάρας (δημοσίου βαλανείου)», δηλαδή στα προπνιγεία (praefurnia) του ρωμαϊκού λουτρού.Από το χώρο των φυλακών ο Δημήτριος εμψύχωσε το φίλο του Νέστορα ο οποίος αντιμετώπισε τον μονομάχο Λυαίο. Αφού ο Νέστορας κατανίκησε τον Λυαίο, θανατώθηκε από τον Γαλέριο που θεώρησε την ήττα του Λυαίου ως προσωπική του ήττα. Όταν πληροφορήθηκε ότι ο Νέστορας ήταν μαθητής του Δημητρίου, διέταξε να φέρουν τον Δημήτριο μπροστά του για να αποκηρύξει την πίστη του. Τελικά ο Δημήτριος, με διαταγή του Γαλέριου, θανατώθηκε στις υπόγειες φυλακές πιθανότατα το 306 μ.Χ.] Μετά τον θάνατό του, πιστοί τον έθαψαν την ίδια ή την επόμενη νύχτα πρόχειρα στον ίδιο χώρο, όπου αργότερα κτίστηκε ένας «οικίσκος» που κατεδαφίσθηκε από τον Λεόντιο για την ανέγερση της βασιλικής.Οι συγγραφείς εγκωμίων του Αγίου Δημητρίου, Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Γρηγόριος ο Παλαμάς και Δημήτριος Χρυσολωράς, αναφέρουν ότι το σώμα του Αγίου ετάφη στον τόπο του μαρτυρίου, ο δε τάφος μετεβλήθη σε βαθύ φρέαρ που ανέβλυζε μύρο, εξ ου και η προσωνυμία του Μυροβλήτου.Στις βυζαντινές εικόνες αλλά και στη σύγχρονη αγιογραφία ο Άγιος Δημήτριος παρουσιάζεται αρκετές φορές ως καβαλάρης με κόκκινο άλογο (σε αντιδιαστολή του λευκού αλόγου του Αγίου Γεωργίου) να πατά τον άπιστο Λυαίο.Σήμερα ο Άγιος Δημήτριος τιμάται ως πολιούχος Άγιος της Θεσσαλονίκης.Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)Ἦχος γ’.Μέγαν εὕρατο ἐv τοῖς κιvδύvοις, σὲ ὑπέρμαχοv, ἡ οἰκουμένη, Ἀθλοφόρε τὰ ἔθνη τροπούμενον. Ὡς οὖν Λυαίου καθεῖλες τὴν ἔπαρσιν, ἐν τῷ σταδίῳ θαῤῥύvας τὸν Νέστορα, οὕτως Ἅγιε, Μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.ΚοντάκιονἮχος β’. Αὐτόμελον.Τοῖς τῶv ἰαμάτωv σου ῥείθροις Δημήτριε, τὴv Ἐκκλησίαν Θεὸς ἐπορφύρωσεv, ὁ δούς σοι τὸ κράτος ἀήττητοv, καὶ περιέπωv τὴν πόλιv σου ἄτρωτοv· αὐτῆς γὰρ ὑπάρχεις τὸ στήριγμα.ΚάθισμαἮχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λογον.Εὐσεβείας τοῖς τρόποις καταπλουτῶν, ἀσεβείας τὴν πλάνην καταβαλών, Μάρτυς κατεπάτησας, τῶν τυράννων τὰ θράση, καὶ τῷ θείῳ πόθῳ, τὸν νοῦν πυρπολούμενος, τῶν εἰδώλων τὴν πλάνην, εἰς χάος ἐβύθισας· ὅθεν ἐπαξίως, ἀμοιβὴν τῶν ἀγώνων, ἐδέξω τὰ θαύματα, καὶ πηγάζεις ἰάματα, Ἀθλοφόρε Δημήτριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.Ἕτερον ΚάθισμαΒασιλεῖ τῶν αἰώνων εὐαρεστῶν, βασιλέως ἀνόμου πᾶσαν βουλήν, ἐξέκλινας Ἔνδοξε, καὶ γλυπτοῖς οὐκ ἐπέθυσας· διὰ τοῦτο θῦμα, σαυτὸν προσενήνοχας, τῷ τυθέντι Λόγῳ ἀθλήσας στερρότατα· ὅθεν καὶ τῇ λόγχῃ, τὴν πλευρὰν ἐξωρύχθης, τὰ πάθη ἰώμενος, τῶν πιστῶς προσιόντων σοι, Ἀθλοφόρε Δημήτριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.ΜεγαλυνάριονΤὸν μέγαν ὁπλίτην καὶ ἀθλητήν, τὸν στεφανηφόρον, καὶ ἐν μάρτυσι θαυμαστόν, τὸν λόγχῃ τρωθέντα, πλευρὰν ὡς ὁ δεσπότης, Δημήτριον τὸν θεῖον ὕμνοις τιμήσωμεν.Ἕτερον ΜεγαλυνάριονΦύλαττε τοὺς δούλους σου ἀθλητά, μάρτυς μυροβλύτα τοὺς ὑμνοῦντάς σε εὐσεβῶς, καὶ ρῦσαι κινδύνων καὶ πάσης ἄλλης βλάβης, Δημήτριε τρισμάκαρ ταῖς ἱκεσίαις σου.
Μία εικόνα της Παναγίας που αποτυπώνει με συμβολικό τρόπο την πριν 2000 χρόνια τελευταία παρακαταθήκη του Ιησού. Ήταν στο όρος των ελαιών και προσευχόταν. Κυριολεκτικά λίγο πριν την σύλληψή Του είπε: » Την δόξαν ήν δέδωκάς μοι, δέδωκα αυτοίς, Ίνα Ώσιν Έν καθώς ημείς Έν εσμέν «, απευθυνόμενος στον Πατέρα. Τι είπε δηλαδή; Έδειξε στο ανθρώπινο Γένος την ενότητα Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος και διακήρυξε ότι στην ίδια ενότητα μπορούν και οι άνθρωποι να συμπεριληφθούν, αν φυσικά το επιθυμούν. Τα λόγια Του αυτά ήταν τα τελευταία προς την ανθρωπότητα. Ήταν η παρακαταθήκη που μας άφησε. Λίγες ημέρες αργότερα και από τον Σταυρό, μας έδειξε και τον τρόπο που θα μπορεί να πραγματοποιηθεί η Ενότητα. » Άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι «. Αυτός είναι ο τρόπος. Η συγχώρεση. Εάν δεν συγχωρείς είσαι σε διάσπαση και διάσταση με τον συνάνθρωπο. Εάν συγχωρείς είσαι σε Ενότητα. Πριν 180 χρόνια περίπου ο Πρώτος Κυβερνήτης του Έθνους Ιωάννης Καποδίστριας θα γράψει μια εγκύκλιο προς τον Ιερό Κλήρο της εποχής του. (Λαλήσατε εις τας καρδίας του λαού την γλώσσα της αληθείας, διδάξατε την φιλαδελφείαν, την προς αλλήλους αγάπην, ίνα οι πάντες Έν Ώσι…).Ξημερώματα της 2 Δεκεμβρίου 1991, ένας Άγιος Γέροντας στα Καυσοκαλύβια του Άγίου Όρους εγκαταλείπει τα εγκόσμια. Για 35 λεπτά της ώρας επαναλαμβάνει διαρκώς την Αρχιερατική Ευχή «Ίνα ώσιν Έν, Ίνα ώσιν Έν, Ίνα ώσιν Εν» . Ήταν Ο Γέρων Πορφύριος.Η παρακαταθήκη του Ιησού, του Ιωάννη Καποδίστρια, του Άγίου Γέροντος Πορφυρίου αποτυπώθηκε σε ξύλο. Έγινε εικόνα και μάλιστα σε Ελληνική και Ρωσική εκδοχή. Μια εικόνα της Παναγίας που για να περιγράψεις τον συμβολισμό της χρειάζονται δεκάδες σελίδες. Μία εικόνα που έχει αγκαλιά την Ελλάδα, την Πατρίδα μας. Αυτός αλλά όχι ο μόνος, ήταν ο λόγος, που η συγκεκριμένη εικόνα έλαβε και το δεύτερο όνομα της, Πατριώτισσα. Είναι Αυτή η Κυρία Θεοτόκος που σε δύσκολους καιρούς θα προστατέψει τα σύνορα της Ελλάδας…Ο Ελληνισμός ήταν ο πρώτος από αρχαιοτάτων χρόνων που μίλησε για το Έν και την Μονάδα. Από τον Πυθαγόρα, τον Ηράκλειτο, τον Εμπεδοκλή, τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη. Αξίζει να πληροφορηθούμε τι έγραψε ο Ηράκλειτος: Ουκ εμού αλλά του Λόγου ακούσαντος, ομολογείν εστί σοφόν, ΕΝ πάντα είναι…».
<<Περί Μυστικής Θεολογίας>> του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, εορτάζοντος την 3η Οκτωβρίου
Στο ʺΠΕΡΙ ΜΥΣΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣʺ του Αγίου Διονυσίου αναλύεται η έννοια της Μυστικής ή αποφατικής θεολογίας, η έννοια του θείου γνόφου, της υπέρλαμπρου δηλαδή αυτής μυστικής και ομιχλώδους για τον άνθρωπο έκφρασης του Θείου, τον οποίο ο Διονύσιος αποκαλεί ʺγνόφον αγνωσίαςʺ και της κατά χάριν μετοχής του δημιουργήματος στις ιδιότητες του Δημιουργού.
Κεφάλαιο 1 ‐Ποιος είναι ο θείος γνόφος
1. Τριάς υπερούσια και υπέρθεη και υπεράγαθη, έφορε της θεοσοφίας των Χριστιανών, οδήγησέ μας στην υπεράγνωστη και υπερφώτεινη και ακρότατη κορυφή των μυστικών λογίων. οδήγησέ μας εκεί όπου είναι σκεπασμένα τα απλά και απόλυτα και αμετάβλητα μυστήρια της θεολογίας, στον υπέρφωτο γνόφο της κρυφιόμυστης σιγής, που με το βαθύ του σκοτάδι υπερλάμπει υπερφανέστατα και, μένοντας ανέγγικτος κι αόρατος, γεμίζει με υπέρκαλη λάμψη τους τυφλωμένους νόες. Αυτή την προσευχή είχα να αναπέμψω εγώ. Εσύ δε, αγαπητέ Τιμόθεε, ασχολήσου έντονα με τα μυστικά θεάματα. άφησε τις αισθήσεις και τις νοερές ενέργειες, όλα τα αισθητά και τα νοητά, όλα τα μη όντα και τα όντα, και όσο είναι εφικτό ανυψώσου για να ενωθείς κατά τρόπο ακατάληπτο με αυτόν που είναι επάνω από κάθε ουσία και κάθε γνώση. Διότι, όταν έλθεις σε έκσταση, που θα σε ελευθερώσει τελείως από τον εαυτό σου και από όλα τα πράγματα, όταν αφαιρέσεις τα πάντα καιαπαλλαγείς από τα πάντα, θα αναχθείς στην υπερούσια ακτίνα του θείου σκότους.
2. Πρόσεχε όμως να μην ακούσει κανένας αμύητος αυτά τα μυστικά. Κι εννοώ με τον όρο ʺαμύητοιʺ εκείνους που είναι εμπεπλεγμένοι στα αισθητά όντα και δεν φαντάζονται ότι υπάρχει κάτι υπερούσιο πάνω από τα όντα, αλλά νομίζουν ότι με την γνωστική τους ικανότητα μπορούν να γνωρίσουν αυτόν που έχει ορίσει το σκότος ως κρυψώνα του. Αν τώρα οι θείες μυσταγωγίες είναι επάνω από τις δυνάμεις των αμύητων, τι θα έλεγε κανείς για τους περισσότερο αμύστους, οι οποίοι την υπερκειμένη αιτία των όλων χαρακτηρίζουν με βάση τα χαμηλότερα όντα, κι ισχυρίζονται ότι δεν υπερέχει καθόλου από τα αθεϊστικά και πολύμορφα είδωλα που αυτοί κατασκευάζουν; Η αλήθεια είναι ότι πρέπει από το ένα μέρος νʹ αποδίδωμε σʹ αυτήν καταφατικά όλες τις θέσεις των όντων, σαν αιτία των όλων, κι από το άλλο σωστότερα να τις αποφάσκωμε όλες, με την πεποίθηση ότι υπερβαίνει τα πάντα, και να μη νομίζομε ότι οι απο-φάσεις αντίκενται στις κατα‐φάσεις, αλλά να νομίζομε ότι αυτή πολύ πρωτύτερα υπερβαίνει τις στερήσεις, διότι ευρίσκεται επάνω από κάθε αφαίρεση και θέση.
3. Με αυτή την έννοια λοιπόν λέγει ο θείος Βαρθολομαίος ότι η θεολογία είναι και πολλή και ελαχίστη, και ότι το ευαγγέλιο είναι από το ένα μέρος πλατύ και μεγάλο και από το άλλο συντετριμμένο. Εμένα μου φαίνεται ότι με αυτά τα λόγια εννοούσε υπερφυώς τούτο. ότι η αγαθή αιτία των πάντων είναι πολύλογη και συγχρόνως βραχύλογη και άφωνη, αφού δεν έχει ούτε λόγο ούτε νόηση, διότι υπέρκειται των όλων υπερουσίως και αποκαλύπτεται φανερά κι αληθινά μόνο σʹ εκείνους που ξεπερνούν όλα τα ανόσια και τα καθαρά πράγματα, που υπερβαίνουν κάθε ύψωμα όλων των αγίων κορυφών, που εγκαταλείπουν πίσω τους όλα τα θεία φώτα, όλους τους ουρανίους ήχους και λόγους, για να εισδύσουν στον γνόφο, όπου πραγματικά ευρίσκεται ο επέκεινα των πάντων, όπως λέγουν τα Λόγια. Πραγματικά ο θείος Μωυσής δεν παίρνει απλώς την εντολή να καθαρθεί πρώτα ο ίδιος κι έπειτα να χωρισθεί από τους ακαθάρτους. αλλά έπειτα από την τελεία κάθαρση ακούει τις πολύφωνες σάλπιγγες, βλέπει πολλά φώτα που στέλλουν αστραπτερές και πολύχυτες ακτίνες. Ύστερα χωρίζεται από τους πολλούς και μαζί με τους εγκρίτους ιερείς φθάνει στην κορυφή των θείων αναβάσεων. Κι εν τούτοις εκεί δεν συναντάται με τον ίδιο τον Θεό και δεν βλέπει αυτόν (διότι αυτός είναι αθέατος), αλλά τον τόπο όπου ευρίσκεται αυτός. Τούτο νομίζω ότι σημαίνει ότι τα θεία και κορυφαία από τα οράματα και τα νοήματα είναι σπερματικοί λόγοι των πραγμάτων που είναι υποτεταγμένα στον υπέρτατο όλων, με τους οποίους φανερώνεται η επάνω από κάθε κατάληψη παρουσία των που επιβαίνει στις νοητές κορυφές των αγιοτάτων τόπων του. Τότε ο Μωυσής αποδεσμεύεται και από τα ορώμενα και από τους ορώντας, και εισδύει μέσα στο γνόφο της αγνωσίας, τον πραγματικά μυστικόν, όπου αποκλείει όλες τις γνωστικές αντιλήψεις και φθάνει στο εντελώς ανέγγικτο και αόρατο, παραδίδεται ολόκληρος στο επέκεινα όλων, και δεν ανήκει ούτε στον εαυτό του ούτε σε κανένα άλλον. και, κατόπιν της ανενεργησίας κάθε γνώσεως, ενωμένος σε ανώτερο επίπεδο με τον εντελώς άγνωστο, με το να μη γνωρίζει τίποτε, γνωρίζει πέρα από κάθε νόηση.
Κεφάλαιο 2 ‐Πώς πρέπει να ενωθούμε και νʹ αναπέμψωμε ύμνους στον αίτιο των όλων τον επάνω από όλα
Σʹ αυτόν τον υπέρφωτο γνόφο ευχόμαστε κι εμείς να φθάσωμε, ώστε δια μέσου της αβλεψίας και της αγνωσίας να ιδούμε και να γνωρίσουμε αυτόν που είναι επάνω από κάθε θέα και γνώση, ακριβώς με το μη ιδείν και με το μη γνώναι (διότι τούτο είναι η πραγματική θέα και γνώσις), καινα υμνήσωμε τον υπερούσιο υπερουσίως δια της αφαιρέσεως όλων των όντων, σαν αυτούς που κατασκευάζουν ένα φυσικό άγαλμα. αυτοί αφαιρούν όλα τα πρόσθετα υλικά του αγάλματος που εμποδίζουν την καθαρή θέα της κρυμμένης μορφής και με μόνη αυτή την αφαίρεση επιτρέπουν να φανεί καθαρό το απόκρυφο κάλλος.Πρέπει δε, όπως νομίζω, να υμνήσωμε τις αφαιρέσεις κατά τρόπο αντίστροφο προς τις θέσεις. Πράγματι εκείνες μεν, τις θέσεις, τις εθέταμε, ξεκινώντας από τα πρώτα και κατεβαίνοντας δια των μεσαίων προς τα τελευταία. εδώ όμως αφαιρούμε τα πάντα, πραγματοποιώντας τις αναβάσεις από τα τελευταία προς τα αρχικώτερα, για να γνωρίσου με ακάλυπτη εκείνη την αγνωσία που περικαλύπτεται από το πλήθος των γνώσεων που ευρίσκονται σε όλα στα αισθητά όντα, και για να ιδούμε εκείνον τον υπερούσιο γνόφο που αποκρύπτεται από όλο το φως που ευρίσκεται στα αισθητά όντα.
Κεφάλαιο 3ο ‐Ποιες είναι οι καταφατικές και ποιες οι αποφατικές Θεολογίες
Στις Θεολογικες Υποτυπώσεις υμνήσαμε τα κυριότερα σημεία της καταφατικής Θεολογίας, δηλαδή πώς η θεία και αγαθή φύση αποκαλείται Ενική (ομοούσια) και πώς Τριαδική (τρισυπόστατη). ποιες οι ιδιότητες του Πατρός, ποιες του Υιού. τι θέλει να δηλώσει η θεολογία που εκπορεύεται από το Άγιο Πνεύμα. πώς από τα βάθη του άυλου και αμέριστου Αγαθού (Πατρός) βλάστησαν τα φώτα της αγαθότητος και πώς ο Πατήρ και τα άλλα πρόσωπα καθαυτά και μεταξύ τους παραμένουν παντοτεινά αχώριστα και αμετάβλητα. πώς ο υπερούσιος Ιησούς ουσιώνεται κατά την αληθινή ανθρώπινη φύση. και όσα άλλα υμνούνται στις Θεολογικές Υποτυπώσεις σύμφωνα και με των Γραφών τους λόγους. Στο Περί θείων Ονομάτων περιλαμβάνεται πώς ο Θεός λέγεται αγαθός και ων και ζωή και σοφία και δύναμη και όσα άλλα ανήκουν στη νοητή τάξη των θείων ονομάτων. και στη Συμβολική Θεολογία πώς μεταβαίνουμε από τις ονομασίες των αισθητών σε αυτές των θείων. τι λέμε θείες μορφές, τι θεία σχήματα και μέρη και όργανα, τι θείους τόπους και κόσμους, τι θυμούς και λύπες, τι οργή, τι μέθη και τι κραιπάλη, τι όρκους και τι κατάρες, τι ύπνους και τι εγρηγόρσεις και όσα άλλα αναφέρονται στους συμβολικούς και ιερούς θείους τύπους. Και νομίζω πως κι εσύ θα είδες ότι αυτά τα τελευταία απαιτούν πολύ περισσότερα λόγια από τα πρώτα. γιατί οι Θεολογικές Υποτυπώσεις και η ανάπτυξη των Θείων Ονομάτων είναι συντομότερα από τη Συμβολική θεολογία. Επειδή όσο ψηλότερα ανεβαίνουμε, τόσο οι λόγοι που συνοψίζουν τα νοητά περικόπτονται. όπως ακριβώς και τώρα, όσο εισδύουμε στον υπέρθεο γνόφο, όχι μόνο λιγόλογοι γινόμαστε, αλλά χάνουμε εντελώς τη μιλιά μας και το νου μας. Και ενώ εκεί ‐ σε εκείνες τις συγγραφές ‐ ο λόγος όσο κατερχόταν από τα υψηλά στα χαμηλότερα τόσο και πλήθαινε, τώρα, που από κάτω υψώνεται και ανέρχεται, όσο προχωρεί η άνοδος συστέλλεται και στο τέλος της ανόδου σιγά και ολόκληρος ενώνεται με τον Άλεκτο. Γιατί όμως λέμε ότι στις καταβάσεις (καταφατική οδός) αρχίζουμε από τα πρώτα ενώ στις αφαιρέσεις (αποφατική οδός) αρχίζουμε από τατελευταία;
Επειδή μιλώντας καταφατικά και με ορισμούς δεν μπορούμε να ορίσουμε Εκείνο που ξεπερνά κάθε ορισμό παρά μιλώντας για τα συγγενικά με αυτό και τα πλησιέστερα. Για παράδειγμα: η ζωή και η αγαθότητα δεν είναι πλησιέστερα απʹ ότι ο αέρας και το λιθάρι; Όταν πάλι μιλούμε αποφατικά, για να μιλήσουμε γιʹ Αυτό που ξεπερνά κάθε αφαίρεση, αρχίζουμε τις αφαιρέσεις από τα πιο μακρινά και άσχετα. Για παράδειγμα: πιο μακρινό και άσχετο δεν είναι να πούμε ότι δεν μεθάει και δεν οργίζεται απʹ όσο να πούμε ότι δεν λέγεται και δεν νοείται;
Κεφάλαιο 4‐ Ότι δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αισθητά ο καθʹ υπεροχήν αίτιος κάθε αισθητού
Λέμε λοιπόν ότι η αιτία των πάντων, που είναι επάνω απʹ όλα, δεν είναι ούτε χωρίς ουσία, ούτε χωρίς ζωή, ούτε άλογη, ούτε χωρίς νου, ούτε σώμα είναι, ούτε σχήμα, ούτε είδος, ούτε ποιότητα ή ποσότητα ή όγκος. ούτε σε τόπο είναι ούτε βλέπεται, ούτε έρχεται σε επαφή, ούτε αισθάνεται, ούτε είναι αισθητή, ούτε οδηγείται σε σύγχυση και ταραχή εξαιτίας ενόχλησης υλικών παθών, ούτε είναι αδύναμη υποκύπτοντας σε πάθη των αισθήσεων, ούτε στερείται φωτός. Επίσης δεν υπόκειται σε αλλοίωση ή φθορά ή μερισμό ή στέρηση ή ροή ή σε κάτι άλλο αισθητό, ούτε είναι κάτι από αυτά.
Κεφάλαιο 5 ‐Ότι δέν συγκαταλέγεται στά νοητά ο καθʹ υπεροχή αίτιος κάθε νοητού
Ανεβαίνοντας ακόμη περισσότερο λέμε ότι ο αίτιος των πάντων δεν είναι ούτε ψυχή ούτε νους, ότι δεν έχει φαντασία ή γνώμη, ή λόγο ή νόηση, ούτε λόγος είναι ούτε νόηση, ούτε λέγεται ούτε νοείται. ούτε αριθμός είναι, ούτε τάξις, ούτε μέγεθος ούτε μικρότης, ούτε ισότης ούτε ανισότης, ούτε ομοιότης ή ανομοιότης. ούτε στέκεται ούτε κινείται ούτε ησυχάζει, ούτε δύναμη έχει ούτε δύναμις είναι, ούτε φως, ούτε ζει, ούτε ζωή είναι, ούτε ουσία είναι, ούτε αιών, ούτε χρόνος. ούτε υφίσταται νοητή επαφή μαζί του, ούτε επιστήμη, ούτε αλήθεια είναι, ούτε βασιλεία, ούτε σοφία. ούτε ένα είναι, ούτε ενότης, ούτε θεότης ή αγαθότης, ούτε πνεύμα είναι κατά τα μέτρα της γνωστικής ικανότητός μας, ούτε υιότης ούτε πατρότης ούτε τίποτε άλλο από τα γνωστά σʹ εμάς ή σε κάποιο άλλο ον. δεν είναι κάποιο από τα μη όντα. ούτε κάποιο από τα όντα, ούτε τα όντα γνωρίζουν αυτή καθʹ εαυτήν ούτε αυτή γνωρίζει τα όντα αυτά καθʹ εαυτά. ούτε λόγος υπάρχει γιʹ αυτή ούτε όνομα ούτε γνώσις, ούτε σκότος είναι ούτε φως, ούτε πλάνη ούτε αλήθεια. ούτε θέσις της υπάρχει καθόλου, ούτε αφαίρεσις, αλλά ακόμη και όταν δεχόμαστε τις θέσεις και τις αφαιρέσεις των πραγμάτων που είναι παρακάτω από αυτήν, αυτήν την ίδια ούτε τη θέτομε ούτε την αφαιρούμε. διότι η τελεία και ενιαία αιτία των πάντων είναι επάνω από κάθε θέση και η υπεροχή εκείνου που είναι απηλλαγμένος από όλα γενικώς τα πράγματα κι ευρίσκεται επέκεινα των όλων είναι επάνω από κάθε αφαίρεση.
ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
1. Τριὰς ὑπερούσιε καὶ ὑπέρθεε καὶ ὑπεράγαθε, τῆς Χριστιανῶν ἔφορε θεοσοφίας, ἴθυνον ἡμᾶς ἐπὶ τὴν τῶν μυστικῶν λογίων ὑπεράγνωστον καὶ ὑπερφαῆ καὶ ἀκροτάτην κορυφήν∙ ἔνθα τὰ ἁπλᾶ καὶ ἀπόλυτα καὶ ἄτρεπτα τῆς θεολογίας μυστήρια κατὰ τὸν ὑπέρφωτον ἐγκεκάλυπται τῆς κρυφιομύστου σιγῆς γνόφον, ἐν τῷ σκοτεινοτάτῳ τὸ ὑπερφανέστατον ὑπερλάμποντα καὶ ἐν τῷ πάμπαν ἀναφεῖ καὶ ἀοράτῳ τῶν ὑπερκάλων ἀγλαϊῶν ὑπερπληροῦντα τοὺς ἀνομμάτους νόας. Ἐμοὶ μὲν οὖν ταῦτα ηὔχθω∙ σὺ δέ, ὦ φίλε Τιμόθεε, τῇ περὶ τὰ μυστικὰ θεάματα συντόνῳ διατριβῇ καὶ τὰς αἰσθήσεις ἀπόλειπε καὶ τὰς νοερὰς ἐνεργείας καὶ πάντα αἰσθητὰ καὶ νοητὰ καὶ πάντα οὐκ ὄντα καὶ ὄντα καὶ πρὸς τὴν ἕνωσιν, ὡς ἐφικτόν, ἀγνώστως ἀνατάθητι τοῦ ὑπὲρ πᾶσαν οὐσίαν καὶ γνῶσιν∙ τῇ γὰρ ἑαυτοῦ καὶ πάντων ἀσχέτῳ καὶ ἀπολύτῳ καθαρῶς ἐκστάσει πρὸς τὸν ὑπερούσιον τοῦ θείου σκότους ἀκτῖνα, πάντα ἀφελὼν καὶ ἐκ πάντων ἀπολυθείς, ἀναχθήσῃ.
2. Τούτων δὲ ὅρα, ὅπως μηδεὶς τῶν ἀμυήτων ἐπακούσῃ∙ τούτους δέφημι τοὺς ἐν τοῖς οὖσιν ἐνισχημένους καὶ οὐδὲν ὑπὲρ τὰ ὄνταὑπερουσίως εἶναι φανταζομένους, ἀλλʹ οἰομένους εἰδέναι τῇ καθʹαὑτοὺς γνώσει τὸν θέμενον «σκότος ἀποκρυφὴν αὐτοῦ». Eἰ δὲ ὑπὲρτούτους εἰσὶν αἱ θεῖαι μυσταγωγίαι, τί ἄν τις φαίη περὶ τῶν μᾶλλονἀμύστων, ὅσοι τὴν πάντων ὑπερκειμένην αἰτίαν καὶ ἐκ τῶν ἐν τοῖςοὖσιν ἐσχάτων χαρακτη ρίζουσιν καὶ οὐδὲν αὐτὴν ὑπερέχειν φασὶτῶν πλαττομένων αὐτοῖς ἀθέων καὶ πολυειδῶν μορφωμάτων; Δέον ἐπʹαὐτῇ καὶ πάσας τὰς τῶν ὄντων τιθέναι καὶ καταφάσκειν θέσεις, ὡςπάντων αἰτίᾳ, καὶ πάσας αὐτὰς κυριώτερον ἀποφάσκειν, ὡς ὑπὲρπάντα ὑπερούσῃ, καὶ μὴ οἴεσθαι τὰς ἀποφάσεις ἀντικειμένας εἶναιταῖς καταφάσεσιν, ἀλλὰ πολὺ πρότερον αὐτὴν ὑπὲρ τὰς στερήσειςεἶναι τὴν ὑπὲρ πᾶσαν καὶ ἀφαίρεσιν καὶ θέσιν.3. Oὕτω γοῦν ὁ θεῖος Βαρθολομαῖός φησι καὶ πολλὴν τὴν θεολογίανεἶναι καὶ ἐλαχίστην καὶ τὸ Eὐαγγέλιον πλατὺ καὶ μέγα καὶ αὖθις συντετμημένον, ἐμοὶ δοκεῖν ἐκεῖνο ὑπερφυῶς ἐννοήσας, ὅτι καὶπολύλογός ἐστιν ἡ ἀγαθὴ πάντων αἰτία καὶ βραχύλεκτος ἅμα καὶἄλογος, ὡς οὔτε λόγον οὔτε νόησιν ἔχουσα, διὰ τὸ πάντων αὐτὴνὑπερουσίως ὑπερκει μένην εἶναι καὶ μόνοις ἀπερικαλύπτως καὶἀληθῶς ἐκφαινομένην τοῖς καὶ τὰ ἐναγῆ πάντα καὶ τὰ καθαρὰδιαβαίνουσι καὶ πᾶσαν πασῶν ἁγίων ἀκροτήτων ἀνάβασινὑπερβαίνουσι καὶ πάντα τὰ θεῖα φῶτα καὶ ἤχους καὶ λόγουςοὐρανίους ἀπολιμπάνουσι καὶ «εἰς τὸν γνόφον» εἰσδυομένοις, «οὗ»ὄντως ἐστίν, ὡς τὰ λόγιά φησιν, ὁ πάντων ἐπέκεινα. Καὶ γὰρ οὐχἁπλῶς ὁ θεῖος Μωϋσῆς ἀποκαθαρθῆναι πρῶτον αὐτὸς κελεύεται καὶαὖθις τῶν μὴ τοιούτων ἀφορισθῆναι καὶ μετὰ πᾶσαν ἀποκάθαρσινἀκούει τῶν πολυφώνων σαλπίγγων καὶ ὁρᾷ φῶτα πολλὰ καθαρὰςἀπαστράπτοντα καὶ πολυχύτους ἀκτῖνας∙ εἶτα τῶν πολλῶνἀφορίζεται καὶ μετὰ τῶν ἐκκρίτων ἱερέων ἐπὶ τὴν ἀκρότητα τῶνθείων ἀναβάσεων φθάνει. Κἀν τούτοις αὐτῷ μὲν οὐ συγγίνεται τῷ θεῷ,θεωρεῖ δὲ οὐκ αὐτόν (ἀθέατος γάρ), ἀλλὰ τὸν τόπον, οὗ ἔστη. (Τοῦτοδὲ οἶμαι σημαίνειν τὸ τὰ θειότατα καὶ ἀκρότατα τῶν ὁρωμένων καὶνοουμένων ὑποθετικούς τινας εἶναι λόγους τῶν ὑποβεβλημένων τῷπάντα ὑπερέχοντι, διʹ ὧν ἡ ὑπὲρ πᾶσαν ἐπίνοιαν αὐτοῦ παρουσίαδείκνυται ταῖς νοηταῖς ἀκρότησι τῶν ἁγιω τάτων αὐτοῦ τόπωνἐπιβατεύουσα). Καὶ τότε καὶ αὐτῶν ἀπολύεται τῶν ὁρωμένων καὶ τῶνὁρώντων καὶ εἰς τὸν γνόφον τῆς ἀγνωσίας εἰσδύνει τὸν ὄντωςμυστικόν, καθʹ ὃν ἀπομύει πάσας τὰς γνωστικὰς ἀντιλήψεις, καὶ ἐντῷ πάμπαν ἀναφεῖ καὶ ἀοράτῳ γίγνεται, πᾶς ὢν τοῦ πάντων ἐπέκεινακαὶ οὐῥῥδενός, οὔτε ἑαυτοῦ οὔτε ἑτέρου, τῷ παντελῶς δὲ ἀγνώστῳ τῇπάσης γνώσεως ἀνενεργησίᾳ κατὰ τὸ κρεῖττον ἑνούμενος καὶ τῷμηδὲν γινώσκειν ὑπὲρ νοῦν γινώσκων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Κατὰ τοῦτον ἡμεῖς γενέσθαι τὸν ὑπέρφωτον εὐχόμεθα γνόφον καὶ διʹἀβλεψίας καὶ ἀγνωσίας ἰδεῖν καὶ γνῶναι τὸν ὑπὲρ θέαν καὶ γνῶσιναὐτῷ τῷ μὴ ἰδεῖν μηδὲ γνῶναι–τοῦτο γάρ ἐστι τὸ ὄντως ἰδεῖν καὶγνῶναι –καὶ τὸν ὑπερούσιον ὑπερουσίως ὑμνῆσαι διὰ τῆς πάντων τῶνὄντων ἀφαιρέσεως, ὥσπερ οἱ αὐτοφυὲς ἄγαλμα ποιοῦντες ἐξαιροῦντεςπάντα τὰ ἐπιπροσθοῦντα τῇ καθαρᾷ τοῦ κρυφίου θέᾳ κωλύματα καὶαὐτὸ ἐφʹ ἑαυτοῦ τῇ ἀφαιρέσει μόνῃ τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀναφαίνοντεςκάλλος. Χρὴ δέ, ὡς οἶμαι, τὰς ἀφαιρέσεις ἐναντίως ταῖς θέσεσινὑμνῆσαι∙ καὶ γὰρ ἐκείνας μὲν ἀπὸ τῶν πρωτίστων ἀρχόμενοι καὶ διὰμέσων ἐπὶ τὰ ἔσχατα κατιόντες ἐτίθεμεν∙ ἐνταῦθα δὲ ἀπὸ τῶνἐσχάτων ἐπὶ τὰ ἀρχικώτατα τὰς γνῶμεν ἐκείνην τὴν ἀγνωσίαν τὴνὑπὸ πάντων τῶν γνωστῶν ἐν πᾶσι τοῖς οὖσι περικεκαλυμμένην καὶτὸν ὑπερούσιον ἐκεῖνον ἴδωμεν γνόφον τὸν ὑπὸ παντὸς τοῦ ἐν τοῖςοὖσι φωτὸς ἀποκρυπτόμενον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ἐν μὲν οὖν ταῖς Θεολογικαῖς Ὑποτυπώσεσι τὰ κυριώτατα τῆς καταφατικῆς θεολογίας ὑμνήσαμεν, πῶς ἡ θεία καὶ ἀγαθὴ φύσις ἑνικὴλέγεται, πῶς τριαδική∙ τίς ἡ κατʹ αὐτὴν λεγομένη πατρότης τε καὶυἱότης∙ τί βούλεται δηλοῦν ἡ τοῦ πνεύματος θεολογία∙ πῶς ἐκ τοῦἀΰλου καὶ ἀμεροῦς ἀγαθοῦ τὰ ἐγκάρδια τῆς ἀγαθότητος ἐξέφυ φῶτακαὶ τῆς ἐν αὐτῷ καὶ ἐν ἑαυτοῖς καὶ ἐν ἀλλήλοις συναϊδίου τῇἀναβλαστήσει μονῆς ἀπομεμένηκεν ἀνεκφοίτητα∙ πῶς ὁ ὑπερούσιοςἸησοῦς ἀνθρωποφυϊκαῖς ἀληθείαις οὐσίωται καὶ ὅσα ἄλλα πρὸς τῶνλογίων ἐκπεφασμένα κατὰ τὰς Θεολογικὰς Ὑποτυπώσεις ὕμνηται.Ἐν δὲ τῷ Περὶ Θείων Ὀνομάτων, πῶς ἀγαθὸς ὀνομάζεται, πῶς ὤν, πῶςζωὴ καὶ σοφία καὶ δύναμις καὶ ὅσα ἄλλα τῆς νοητῆς ἐστι θεωνυμίας.Ἐν δὲ τῇ Συμβολικῇ Θεολογίᾳ, τίνες αἱ ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν ἐπὶ τὰ θεῖαμετωνυμίαι, τίνες αἱ θεῖαι μορφαί, τίνα τὰ θεῖα σχήματα καὶ μέρη καὶὄργανα, τίνες οἱ θεῖοι τόποι καὶ κόσμοι, τίνες οἱ θυμοί, τίνες αἱ λῦπαικαὶ αἱ μήνιδες, τίνες αἱ μέθαι καὶ αἱ κραιπάλαι, τίνες οἱ ὅρκοι καὶ τίνεςαἱ ἀραί, τίνες οἱ ὕπνοι καὶ τίνες αἱ ἐγρηγόρσεις καὶ ὅσαι ἄλλαι τῆςσυμβολικῆς εἰσι θεοτυπίας ἱερόπλαστοι μορφώσεις. Καί σε οἴομαισυνεωρακέναι, πῶς πολυλογώτερα μᾶλλόν ἐστι τὰ ἔσχατα τῶνπρώτων∙ καὶ γὰρ ἐχρῆν τὰς Θεολογικὰς Ὑποτυπώσεις καὶ τὴν τῶνΘείων Ὀνομάτων ἀνάπτυξιν βραχυλογώτερα εἶναι τῆς Συμ βολικῆςΘεολογίας. Ἐπείπερ ὅσῳ πρὸς τὸ ἄναντες ἀνανεύομεν, τοσοῦτον οἱλόγοι ταῖς συνόψεσι τῶν νοητῶν περιστέλλονται∙ καθάπερ καὶ νῦν εἰςτὸν ὑπὲρ νοῦν εἰσδύνοντες γνόφον οὐ βραχυλογίαν, ἀλλʹ ἀλογίανπαντελῆ καὶ ἀνοησίαν εὑρήσομεν. Κἀκεῖ μὲν ἀπὸ τοῦ ἄνω πρὸς τὰἔσχατα κατιὼν ὁ λόγος κατὰ τὸ ποσὸν τῆς καθόδου πρὸς ἀνάλογονπλῆθος ηὐρύνετο∙ νῦν δὲ ἀπὸ τῶν κάτω πρὸς τὸ ὑπερκείμενον ἀνιὼνκατὰ τὸ μέτρον τῆς ἀνόδου συστέλλεται καὶ μετὰ πᾶσαν ἄνοδον ὅλωςἄφωνος ἔσται καὶ ὅλως ἑνωθήσεται τῷ ἀφθέγκτῳ. Διὰ τί δὲ ὅλως, φῄς,ἀπὸ τοῦ πρωτίστου θέμενοι τὰς θείας θέσεις ἀπὸ τῶν ἐσχάτωνἀρχόμεθα τῆς θείας ἀφαιρέσεως; Ὅτι τὸ ὑπὲρ πᾶσαν τιθέντας θέσινἀπὸ τοῦ μᾶλλον αὐτῷ συγγενεστέρου τὴν ὑποθετικὴν κατάφασινἐχρῆν τιθέναι∙ τὸ δὲ ὑπὲρ πᾶσαν ἀφαίρεσιν ἀφαιροῦντας ἀπὸ τῶνμᾶλλον αὐτοῦ διεστηκότων ἀφαιρεῖν. Ἢ οὐχὶ μᾶλλόν ἐστι ζωὴ καὶἀγαθότης ἢ ἀὴρ καὶ λίθος; Καὶ μᾶλλον οὐ κραιπαλᾷ καὶ οὐ μηνιᾷ ἢοὐ λέγεται οὐδὲ νοεῖται;
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Λέγομεν οὖν, ὡς ἡ πάντων αἰτία καὶ ὑπὲρ πάντα οὖσα οὔτε ἀνούσιόςἐστιν οὔτε ἄζωος, οὔτε ἄλογος οὔτε ἄνους∙ οὐδὲ σῶμά ἐστιν οὔτεσχῆμα, οὔτε εἶδος οὔτε ποιότητα ἢ ποσότητα ἢ ὄγκον ἔχει∙ οὐδὲ ἐντόπῳ ἐστὶν οὔτε ὁρᾶται οὔτε ἐπαφὴν αἰσθητὴν ἔχει∙ οὐδὲ αἰσθάνεταιοὔτε αἰσθητή ἐστιν∙ οὐδὲ ἀταξίαν ἔχει καὶ ταραχήν, ὑπὸ παθῶνὑλικῶν ἐνοχλουμένη, οὔτε ἀδύναμός ἐστιν, αἰσθητοῖς ὑποκειμένησυμπτώμασιν, οὔτε ἐν ἐνδείᾳ ἐστὶ φωτός∙ οὐδὲ ἀλλοίωσιν ἢ φθορὰν ἢμερισμὸν ἢ στέρησιν ἢ ∙εῦσιν οὔτε ἄλλο τι τῶν αἰσθητῶν οὔτε ἐστὶνοὔτε ἔχει.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Aὖθις δὲ ἀνιόντες λέγομεν, ὡς οὔτε ψυχή ἐστιν οὔτε νοῦς, οὔτε φαντασίαν ἢ δόξαν ἢ λόγον ἢ νόησιν ἔχει∙ οὐδὲ λόγος ἐστὶν οὔτε νόησις,οὔτε λέγεται οὔτε νοεῖται∙ οὔτε ἀριθμός ἐστιν οὔτε τάξις, οὔτε μέγεθοςοὔτε σμικρότης, οὔτε ἰσότης οὔτε ἀνισότης, οὔτε ὁμοιότης ἢἀνομοιότης∙ οὔτε ἕστηκεν οὔτε κινεῖται οὔτε ἡσυχίαν ἄγει∙ οὐδὲ ἔχειδύναμιν οὔτε δύναμίς ἐστιν οὔτε φῶς∙ οὔτε ζῇ οὔτε ζωή ἐστιν∙ οὔτεοὐσία ἐστὶν οὔτε αἰὼν οὔτε χρόνος∙ οὐδὲ ἐπαφή ἐστιν αὐτῆς νοητὴοὔτε ἐπιστήμη, οὔτε ἀλήθειά ἐστιν οὔτε βασιλεία οὔτε σοφία, οὔτε ἓνοὔτε ἑνότης, οὔτε θεότης ἢ ἀγαθότης∙ οὐδὲ πνεῦμά ἐστιν, ὡς ἡμᾶςεἰδέναι, οὔτε υἱότης οὔτε πατρότης οὔτε ἄλλο τι τῶν ἡμῖν ἢ ἄλλῳ τινὶτῶν ὄντων συνεγνωσμένων∙ οὐδέ τι τῶν οὐκ ὄντων, οὐδέ τι τῶν ὄντωνἐστίν, οὔτε τὰ ὄντα αὐτὴν γινώσκει, ᾗ αὐτή ἐστιν, οὔτε αὐτὴ γινώσκειτὰ ὄντα, ᾗ ὄντα ἐστίν∙ οὔτε λόγος αὐτῆς ἐστιν οὔτε ὄνομα οὔτεγνῶσις∙ οὔτε σκότος ἐστὶν οὔτε φῶς, οὔτε πλάνη οὔτε ἀλήθεια∙ οὔτεἐστὶν αὐτῆς καθόλου θέσις οὔτε ἀφαίρεσις, ἀλλὰ τῶν μετʹ αὐτὴν τὰςθέσεις καὶ ἀφαιρέσεις ποιοῦντες αὐτὴν οὔτε τίθεμεν οὔτε ἀφαιροῦμεν,ἐπεὶ καὶ ὑπὲρ πᾶσαν θέσιν ἐστὶν ἡ παντελὴς καὶ ἑνιαία τῶν πάντωναἰτία καὶ ὑπὲρ πᾶσαν ἀφαίρεσιν ἡ ὑπεροχὴ τοῦ πάντων ἁπλῶςἀπολελυμένου καὶ ἐπέκεινα τῶν ὅλων.
Αντίδωρο: Ο Ιερός Καβάσιλας μας λέει: «Ο άρτος που διανέμεται ως αντίδωρο, έχει από πριν αγιασθεί, επειδή προσφέρθηκε στον Θεό.
Όλοι οι εκκλησιαζόμενοι χριστιανοί τον δέχονται με ευλάβεια μέσα στην δεξιά κυρτή τους παλάμη και ασπάζονται το δεξί χέρι του Ιερέως που πριν από λίγο ακούμπησε και κομμάτιασε το πανάγιο Σώμα του Σωτήρος Χριστού.
Επειδή αγιάσθηκε ολόκληρο, γι’ αυτό πιστεύεται από την Εκκλησία μας ότι το χέρι του λειτουργού μεταδίδει αυτόν τον αγιασμό σε όσους το αγγίζουν και το ασπάζονται»
Βασικά πράγματα που πρέπει να γνωρίζουμε για το αντίδωρο:
Πρέπει να μοιράζεται μέσα σε ησυχία και τάξη.
Το παίρνουμε από το χέρι του Ιερέα και όχι από το παγκάρι.
Τοποθετούμε το δεξί μας χέρι πάνω στο αριστερό και με ανοιχτή την παλάμη.
Οι ιεροψάλτες ψάλλουν ύμνους κατά την διάρκεια της διανομής.
Πρέπει να είμαστε νηστικοί για να το φάμε.
Το καταναλώνουμε όλο και δεν το πετάμε πουθενά.
Μην ξεχνάμε ότι δίνεται αντί-δώρου δηλαδή αντί για το μεγάλο δώρο που είναι η Θεία Κοινωνία, αλλά και ως επιπλέον δώρο για αυτούς που κοινώνησαν. Εδώ πρέπει να διευκρινιστεί ότι ουδεμία σύγκριση πρέπει να γίνεται μεταξύ του αντιδώρου και της Θ. Κοινωνίας ή να θεωρηθεί το αντίδωρο ως «ισάξιο» της Θ. Κοινωνίας.
Πιο αναλυτικά (του π. Θεολόγου) :
α. Το αντίδωρο βγαίνει από τα πρόσφορα, που προσεκόμισαν και προσέφεραν οι πιστοί, προκειμένου να τελεσθεί η Θ. Λειτουργία (γι’αυτό και η ονομασία «πρόσφορο», από το ρήμα προσφέρω).
Το πρόσφορο ζυμώνεται με προσευχές και θυμιάματα και σφραγίζεται με τα σύμβολα του Χριστού μας ΙC XC ΝΙ ΚΑ. Γι’αυτό ήδη από την παρασκευή του ενέχει ευλογία, δεν είναι κοινός άρτος. Με το που προσφέρεται στο Άγιο Βήμα, αποκτά ακόμη μεγαλύτερο αγιασμό.
Τελικά, αμέσως μετά τον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, όπου το τμήμα του προσφόρου, που προσκομίσθηκε στο Αγιο Δισκάριο και την Αγία Τράπεζα, έγινε Σώμα και Αίμα Χριστού, παίρνει ο Λειτουργός τα κάνιστρα με το Αντίδωρο ένα-ένα και τα υψώνει εμπρός από την Αγία Τράπεζα λέγοντας «Μέγα το Όνομα της Αγίας Τριάδος».
Αυτό είναι μιά προσομοίωση της πράξεως που προηγήθηκε στο «τα σα εκ των σων», όπου ο Λειτουργός ύψωσε και σχημάτισε στον αιθέρα το σχήμα του Τιμίου Σταυρού, δοξολογώντας ευγνωμονικά τον Πλαστουργό μας. Έτσι το Αντίδωρο αποκτά και μιά ακόμη ευλογία.
Επίσης ωρισμένοι Ιερείς λέγουν και μιά άλλη σύντομη ευχή (όχι απαραίτητη – η ευλογία κατέρχεται με τη Δοξολόγηση του εν Τριάδι Προσκυνητού και Λατρευτού Θεού μας):
«ευλόγησον, Κύριε, τους άρτους τούτους και τους εξ αυτών μεταλαμβάνοντας αγίασον».
Ομοίως, άλλοι Λειτουργοί προσθέτουν έναν Θεομητορικό Ύμνο: «η το Χαίρε δι’Αγγέλου δεξαμένη και τεκούσα τον Κτίστην τον ίδιον, Παρθένε σώζε τους σε μεγαλύνοντας».
Και κάπου συνάντησα έναν ευσεβέστατο Εφημέριο (σε χωριό των Καλαβρύτων) που λειτουργεί καθημερινώς! να λέει «η το Χαιρε δι’ Αγγέλου δεξαμένη και τεκούσα τον Κτίστην τον ίδιον, Παρθένε Υπερένδοξε, Απειρόγαμε, Υπερευλογημένη, σώζε τους σε μεγαλύνοντας». Τούτο, πραγματικά, έχει τη θέση του, διότι το Αντίδωρο συμβολίζει το σώμα της Αειπαρθένου.
Είναι τμήμα του προσφόρου, απ’ όπου προήλθε ο Αμνός του Θεού. Και άκουσα κάποτε ένα παιδάκι που κοινώνησε να προσέρχεται στο Αντίδωρο και να λέει, «μαμά, να πάρουμε τώρα και την Παναγία μας».
β. Καλό είναι το Αντίδωρο να υπάρχει σε ένα κάνιστρο κοντά σε όσους κοινωνούν, ώστε αμέσως μετά τη Θ. Μετάληψη να λαμβάνουν ένα κομμάτι και να σπογγίζουν τα χείλη και το στόμα τους.
γ. Μερικοί αποζητούν το λεγόμενο «Ύψωμα». Αυτό είναι Αντίδωρο, αλλά τέτοιο κομμάτι που να διατηρεί τη σφραγίδα του Κυρίου (IC XC ΝΙ ΚΑ) πάνω του. Και το θεωρούμε πιό τιμητικό.
Το προσφέρει ο Ιερεύς σε όσους ήδη είχαν προσκομίσει πρόσφορο γιά την τέλεση της Θ. Λειτουργίας, ή σε όσους τιμώνται (πχ Δήμαρχος του τόπου) ή σε συγγενείς ανθρώπου, του οποίου τελούμε Μνημόσυνο, προς παρηγορίαν τους μεγαλυτέρα.
Τούτο όμως δεν πρέπει να καταλήγει να γίνεται αφορμή ξεσυνέργιας ή παρεξηγήσεων. Ίδια είναι η ευλογία που παίρνουμε. Ακόμη και με τα ψίχουλα που απέμειναν στο κάνιστρο!! Κι’όσο πιό ευλαβική και κατανυκτική και ανώτερη και εύτακτη είναι η ψυχή μας, τόσο πιό πολύ ωφελούμεθα..
δ. Παίρνοντας το αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα, συγχρόνως και επικοινωνούμε μαζί του. Τον προσεγγίζουμε. Έκείνος λουσμένος στην ιερότητα και τη θεϊκή Χάρη (και στον ιδρώτα συχνά, έναν ξεχωριστό ιδρώτα κατανύξεως) κι’ οι εκκλησιαζόμενοι, που μέχρι τώρα ήταν απέναντι, κάπως απόμακροι, να έρχονται και να τον εγγίζουν, σα να εγγίζουν τον ίδιο το Χριστό μας.
Εκείνη τη στιγμή και ο Ιερέας θα δείξει μιά διακριτική οικειότητα προς κάθε ψυχή της Ενορίας του, θα τους χαιρετήσει με το όνομά τους, θα τους ευχηθεί, θα στείλει χαιρετίσματα σε κάποιον κατάκοιτο της οικογενείας κοκ. Λιτά όμως.
Και χωρίς διαχύσεις ή πληθωρικά χαμόγελα ή άσχετα θέματα και καθυστερήσεις. Μέσα στο κλίμα της Λειτουργίας!.
ε. Αρκετές φορές από τα πρόσφορα που έφεραν οι πιστοί περίσσεψαν πολλά. Είναι ευλογία αυτό. Δείχνει πόσο οι πιστοί συμμετέχουν στο μεγάλο γεγονός της Θ. Λειτουργίας. Οι Ιερείς κρατούν ωρισμένα, για να λειτουργήσουν ενδιαμέσως της εβδομάδος, και τα υπόλοιπα είναι επιτρεπτό να τα διοχετεύσουν σε σπίτια ευσεβών χριστιανών.
Σκεφθείτε μάλιστα όταν υπάρχει πανηγύρι, πόσα περισσεύουν!.. Δεν είναι άτοπο να τα παραλάβουν οι πιστοί, αλλά πρέπει να παρατεθούν στο τραπέζι, όπου καθόμαστε κανονικά και κάνουμε προσευχή, τραπέζι οικογενείας, όπου όλα είναι ευλογημένα και ιερά, και έτσι το πρόσφορο, που το λαμβάνουμε ως ψωμί, προσθέτει στην ιερότητα του τραπεζιού μας.
Υπάρχει και η περίπτωση να το φρυγανίσουμε λίγο, ώστε να διατηρηθεί και να το λαμβάνουμε με το τσάι μας. Ομοίως και ευλογημένο τμήμα Αντιδώρου μπορούμε να φρυγανίζουμε (γιά να διατηρηθεί πολλές μέρες), ώστε να λαμβάνουμε το πρωί κατά την προσευχή μας